αψιθυμία

αψιθυμία
Ισχυρή διατάραξη του θυμικού από εξωτερικές παραστάσεις ή ερεθίσματα. Εκδηλώνεται με ερυθρίαση ή ωχρίαση, ανικανότητα κυριαρχίας, σπασμωδικές συσπάσεις του προσώπου κ.ά. Γενικά το άτομο που κατέχεται από α. χάνει την ψυχική του ισορροπία και τον έλεγχο του εαυτού του. Υπάρχουν πολλών ειδών α., ανάλογα με την προέλευσή τους και τις αντιδράσεις των ατόμων.
* * *
η
1. το να είναι κανείς οξύθυμος, ευερέθιστος
2. έντονο συναίσθημα, σφοδρή ψυχική συγκίνηση και ταραχή.
[ΕΤΥΜΟΛ. < αψίθυμος. Η λ. μαρτυρείται από το 1887 στον Ηρακλή Μητσόπουλο].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • αψιθυμία — η το να είναι κανείς ευερέθιστος, οξύθυμος· (ψυχολ.), δυνατή ψυχική συγκίνηση και ταραχή εξαιτίας οργής, ενθουσιασμού, χαράς, φόβου κτλ …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • οξυθυμία — η (Α ὀξυθυμία) [οξύθυμος] η ιδιότητα τού οξύθυμου, αψιθυμία, ευερεθιστότητα, ευθιξία αρχ. 1. αιφνίδιος, οξύς θυμός 2. ζωηρότητα ή αστάθεια θυμού 3. ερεθισμός …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”